Νέος βάδιζε γοργά, κάθε τόσο πίσω του κοιτάει !
Θαρρείς κανείς τόν κυνηγά, ό ίσκιος του ακολουθάει ..
Δεσάκι στόν ώμο του βαρύ, φαίνεται κουβαλάει !
Μοιάζει σαν νά κουράστηκε, καί χάμου τ'ακουμπάει .
Παίρνει ανάσες βιαστικές, τό στήθος του φουσκώνει ...
Καί πάλι τό δεσάκι του, στόν ώμο του φορτώνει !
Βαδίζει πάλι βιαστικός, σάν θέλει κάτι νά προφτάσει ,
κάποια πηγή βλέπει μπροστά, στέκει νά ξαποστάσει !
Ήπιε νερό δροσίστηκε, έβρεξε τό κεφάλι ...
Καί ένα ξεροκόμματο, βγάζει απ'τό ταγάρι :
Βρέχει τό ξεροκόμματο καί, νά σταυροποδιάζει ,
Τότε ένας γέροντας...στόν νέο πλησιάζει:
Γειά σου βρέ καλόπαιδο -καλώστονε τό γέρο.
Κάτσε γέροντα πού πάς; πιές νερό κι έλα νά φάς .
Τήν κεφαλή σου δρόσισε, κι έλα νά τά πούμε ...
Τούτο τό ξεροκόμματο, μαζί νά μοιραστούμε.
Στέκεται ό γέρος σκεφτικός βαριά σα συλλογιέται !
Κουνάει τό κεφάλι του, στόν νέο ανταποκριέται ...
Λεβέντη κράτα τό ψωμί, στό δρόμο μήν πεινάσεις...
Είναι μεγάλος καί μακρύς στό τέλος του νά φτάσεις!
Γερό, δέν σε εννόησα, αλήθεια ... μά τόν Δία !
Εγώ στήν πείνα άντεξα καί στήν κακοτυχία ...
Πάψε, μήν είσαι βλάστημος ! Καί μήν κακολογάς,
Είσαι νέος δυνατός γιά κακοτυχές νά μήν μιλάς.
Γερό θαρρώ πώς μού μιλάς, σάν χρόνια μέ γνωρίζεις ...
Γιέ μου νά μέ συμπαθάς μά τώρα κακοτυχίζεις .
Έχεις ακόμα αρκετό, δρόμο νά βρείς μπροστά σου !
Άν από τώρα βλαστημάς σκέψου στά γηρατιά σου !
Δέν ξέρω γέρο πού τό πάς; Καί κόντρα μου πηγαίνεις.
Σού είπα κάθησε νά φάς ! Μά μέ σοφία μέ παιδεύεις !
Παιδί μου άκου νά σού πώ, είσαι γερός καί νέος .
Μά, άκου γέρου συμβουλή, κι αυτό μήν τόχεις χρέος.
Γέρο δέν θέλω συμβουλές, μήν χάνεις τόν καιρό .
Πάψε γιά νά μού τίς λές, είναι καιρός νά σηκωθώ.
Κούνησε ό γέρος μιά φορά ακόμα τό κεφάλι ...
Καί είπε στόν νέο σιγανά, μιά συμβουλή μεγάλη !
Παιδί μου, όταν βιάζεσαι σιγά γιά νά πηγαίνεις...
Όλα νά τά στοχάζεσαι, παντού όπου διαβαίνεις .
Άν έχεις τώρα τήν ορμή, σέ σπρώχνουνε τά νιάτα !
Γέροντα λέει τό παιδί, ένα λεπτό σταμάτα ....
Πές μου εσύ τί έκανες όταν ήσουν παλικάρι;
Ό γέρος χαμογέλασε στοχάστηκε καί πάλι ...
Ύστερα από τό γιλέκο του ,τήν ταμπακιέρα βγάζει.
Καί αργα,αργά στήν μύτη του λίγο ταμπακο βάζει !
Μέ ρώτησες τί έκανα; σάν ήμουν παλικάρι ....
Μάθε δέν κλείνονται ποτέ, τά νιάτα σέ πυθάρι.
Γέρο θαρρώ φιλοσοφείς,καί δέν καταλαβαίνω...
Κι αυτά πού θέλω νά μού πείς απόκριση δέν παίρνω.
Γέλασε τώρα δυνατά , απ'τήν καρδιά του ό γέρος !
Τήν απορία στη ματιά, βλέπει πώς έχει ό νέος :
Άκου παιδί μου νά σού πώ, πρίν τή ζωή νά πιάσω ...
Νιάτα αδάμαστα κι εγώ είχα πρωτού γεράσω :
Γιατί, όπως βλέπεις γέρασα καί δύναμη δέν έχω ...
Καί στήν ζωή πού πέρασα κουράστηκα νά τρέχω.
Πρωτύτερα σού είχα πεί, τα νιάτα στό πιθάρι,
Γιατί παιδί μου ή ζωή είναι σάν τό λυχνάρι ....
Σιγά τό λάδι σώζεται ή φλόγα τρεμοσβήνει ...
Σάν τελειώσει ολότελα τότε γιά πάντα σβήνει.
Έτσι τά νιάτα σώζονται, χάνονται μεσ'τά Χρόνια.
Καί οί ελπίδες σβήνουνε,σάν έρθουνε τά χιόνια...
Γερό μου , στάσου νά χαρείς γιά πές μου, πρίν γεράσω,
Στόν δρόμο πού έφτασες εσύ θαρρείς εγώ νά φτάσω;
Παιδί μου,σέ συλλογισμό σέ έβαλα μεγάλο ...
Όμως, καί τούτο θά σού πώ, ποιός κράτησε τόν χάρο;
Ότι σού γράφει ή μοίρα σου, εκείνα θα περάσεις...
Σού είπα μήν κακοτυχείς πρωτού κι εσύ γελάσεις.
Τό σήμερα τό γνώρισες, τό αύριο ποιός ξέρει;
Κανείς δέν ξέρει ή μοίρα του,τί έχει νά τού φέρει...
Άν θέλει σού φέρνει τή χαρά, μά κι άν σού δώσει λύπη ...
Σφίξε λιγάκι τήν καρδιά, μήν βλαστημάς τήν τύχη.
Γέροντα σέ λογισμό μέ έβαλες πολύ μεγάλο ...
Πρέπει καλά νά τό σκεφτώ στόν δρόμο μου πού πάω.
Τράβα παιδί μου στό καλό, καί πάντα έχε ελπίδα !
Γιά όλο τόν κόσμο τούτον εδώ ό ήλιος έχει αχτίδα.
Θυμήσου μόνο στήν ζωή όπου πάς όπου διαβείς...
Όλοι μας περαστικοί καί στά παιδιά σου νά τό πείς...
Νά είσαι καλά βρέ γέροντα, χιλιόχρονος νά ζήσεις!
Δώσε πάντα συμβουλές, σέ νιούς όπου συναντήσεις.
Γέρος καί νιός κοιτάχτηκαν, στά μάτια μέ αγάπη !
Στά μάγουλα και τών δυονών κυλούσε κάποιο δάκρυ.
Κεραμίδας Δημήτρης Ιανουαρίου 29/ 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου