Σε μιά γωνιά καθότανε ,
θλιμμένος ένας γέρος,
εγώ τόν επλησίασα,
θεώρησα σάν χρέος ...
θλιμμένος ένας γέρος,
εγώ τόν επλησίασα,
θεώρησα σάν χρέος ...
Τί έχεις ορέ γέροντα;
κι είσαι βαλαντομένος.
γιατί όλοι μέ διώξανε,
απάντησε ό καημένος :
Ποιοί είναι πού σέ διώξανε,
πιά είναι η αφεντιά σου ;
Μήπως σ'έδιωξαν γέροντα
τά ίδια τά παιδιά σου ;
Χμ, μ'εδιωξαν οί άνθρωποι,
είμαι ό παλιός χρόνος ...
Κανείς δέν μέ ευχήθηκε
καί νοιώθω τώρα μόνος.
Δέχτηκαν μετά χαράς
όλοι τον αδερφό μου,
Όπως καί ένα χρόνο πρίν,
ίδια στον ερχομό μου .
Φεύγω θέλω γιά νά τούς πείς,
σέ όλους τους ανθρώπους,
πώς τά καλά αποκτούνται,
μονάχα μέ τούς κόπους.
Μακάρι τώρα ό νέος....
τούτος ό αδερφός μου ...
Νά σας προσφέρει πιό πολλά,
να'ναι ανώτερος μου .
τούτος ό αδερφός μου ...
Νά σας προσφέρει πιό πολλά,
να'ναι ανώτερος μου .
Στάσου τόν εσταμάτησα,
πιό είναι τό παράπονο σου ;
Κοιτάζοντας μου φώναξε
δέ βλέπεις πιά ό βίος σου ...
Δέν σέ κατάλαβα τί λές ,
ποιός ό βιός πού έχασα ;
Γιά την πατρίδα νά τού πώ,
τούτο πώς τό ξέχασα ;
Καθώς απομακρύνεται,
τόν άκουσα νά λέει ..
Εγώ ποτέ δέν θέλησα,
τον άνθρωπο νά κλαίει :
Στάσου γιά την πατρίδα μου,
έχεις νά μού πείς κάτι;
Αδερφοθήτε Έλληνες,
φτάνει πιά τό γινάτι ...
Δέν πρόλαβα την λέξη μου
απ'τό στόμα νά βγάλω
ξύπνησα μέ ένα καημό,
κι ένα πόνο μεγάλο :
Καί ύστερα μονολόγησα ,
μέσα απ'την καρδιά μου ,
Πότε θά ζείς ελεύθερη,
πατρίδα μου γλυκιά μου !
Χρόνια καί χρόνια οί ευχές
θά έρχονται καί πάνε
όσπου οί άνθρωποι θά δούν
πώς πρέπει ν'αγαπάνε :
Δημήτρης Κεραμίδας
Hamilton Ontario Canada 4/1/21
Copyrite ©️
Αναδημοσιεύτηκε τό 2020/4/1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου