Στό τραπεζάκι τό μικρό,
δίπλα εκεί στό γιασεμί
καί πιό πέρα μεσ'τον κήπο
τής μάνας μου ή φωνή ....
Καλώστον τόν λεβέντη μου,
καλώστο τό παιδί μου
πού ήρθε από την ξενιτιά
καί βρίσκεται μαζί μου !
Αδέρφια μου καί αδερφές ,
αχόρταγα μέ βλέπουν ...
Τά δάκρυα τού γέροντα,
χαρούμενα τώρα τρέχουν !
Ήρθαν καί οί φίλοι μου ,
πού ήμασταν φαντάροι ..
Ή μάνα μου όλο χαρά !
πούχει αυτήν τη χάρη !!!
Νάχει τό γιό της αγκαλιά ,
πού έλειπε στά ξένα,
οί πικρές καί τα βάσανα,
άς είναι περασμένα ...
Δεν χόρταινα νά τους ρωτώ,
καί νά τούς αγκαλιάζω
καί τό κρασί τού βαρελιού,
μαζί τους νά τ'αδειάζω !
Τσουγκρίσματα τών ποτηριών,
μεζέδες στό τραπέζι
ό Μούργος τό σκυλάκι μου
στά πόδια μου νά παίζει !
Τραγούδια ξεφαντώματα ,
ήρθανε κι'οι γειτόνοι ...
Τής ξενιτιάς τά βάσανα,
φύγαν μακριά καί πόνοι ..
Τέτοια πού γίνεται χαρά,
ποτέ δεν εχω νοιώσει,
ο ήλιος φεύγει γελαστός,
κοντεύει νά νυχτώσει.
Καί νύχτα έρχεται αργά ,
παρέα μας νά κάτσει
τέτοια χαρά αληθινή ...
Δέν θέλει γιά νά χάσει ...
Ήπια πολύ καί μέθυσα,
κι έγειρα τό κεφάλι ...
Καί η μάνα μου μ'έφερε,
αφράτο μαξιλάρι !
Μία ελπίδα μιά φωνή
(καλώς δέχτηκες τό γιό σου)
Άχ, άτυχε μετανάστη ,
τί βλέπεις στ'όνειρο σου .
Καί τό ταξίδι ψεύτικο ....
Ήταν στό όνειρο μου
σάν ξύπνησα κι αντίκρισα,
παρέα τόν καημό μου :
Κανείς μέσα στό δωμάτιο
πού φέγγει κάποια λάμπα
ούτε αδέρφια αγκαλιά,
ούτε την μάνα αντάμα:
Μπράβο σου κύριε Δημήτρη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή