πλούτη χαμόγελα σκορπάς εσύ όπου γουστάρεις :
Έλα κοντά μου κάθησε, νά πούμε δυό κουβέντες,
πές μου εσύ γιά τυχερούς, κι εγώ γιά τούς λεβέντες!
Κρασί νά πιούμε εγώ κι εσύ, στού καπηλειού τήν ακριά,
καί όταν κάτι σέ ρωτώ, νά σέ κοιτώ στά μάτια ...
Νά σέ ρωτήσω γενικά, απ' ότι εγώ γνωρίζω,
πώς φεύγεις τόσο βιαστικά; Χωρίς νά σέ ορίζω.
Δέν θα σού πώ παράπονα, αλήθεια σού τό λαίω,
εσύ μέ κάνεις χαίρομαι, καί όπου θέλεις κλαίω.
Έλα νά πιούμε ένα κρασί καί όταν ζαλιστούμε ,
μέσα στήν ζάλη τήν γλυκιά, σφιχτά ν'αγκαλιαστούμε !
Έτσι κι αλλιώς δέν πρόκειται, εμείς νά γνωριστούμε,
θά φύγω μέ παράπονο, καί είχα πολλά νά πούμε !
Πιάσε τήν ζωή απ'τά κέρατα, ακούω πολλούς νά λένε,
εγώ δέν νοιάστηκα γι' αυτούς, αλλά γιά όσους κλαίνε.
Καί σύ σάν μάνα όλων μας, κυρά ζωή τί κάνεις ;
Σ' έναν πλούτη μέ τήν σέσουλα, τόν άλλο τόν ξεκάνεις.
Τό νιώθω θά χαμογελάς, μάλλον μέ ειρωνεία,
ψιθυριστά σα νά μού λές κοίτα τήν κοινωνία ...
Τό ξέρω αρχόντισσα ζωή, πάντοτε δίκιο έχεις !
Τό σύστημα έχει ενοχές, καί σύ δέν τίς αντέχεις.
Ζωή μου είσαι υπέροχη, λάμπει ή ομορφιά σου !
Χαίρομαι πού βρέθηκα κι εγώ στήν αγκαλιά σου :
Μά δέν μπορώ τό σύστημα, μόνος νά τό κουνήσω,
δωσ'μου εσύ τήν δύναμη, νά τό ταρακουνήσω !
Καί μάθε το κυρά ζωή, άμα δέν τό γνωρίζεις,
καθημερινά πονούν πολλοί, κι από φτωχούς γεμίζεις.
Εσύ μπορείς κυρά ζωή τό σύστημα νά αλλάξεις !
Κι απ'τά αιμοβόρα νύχια του,τόν κόσμο ν'απαλλάξεις.
Όλοι σέ αγαπούν ζωή μά όμως αποφέρουν ...
Σφίγγουν τά χείλη τά πικρά καί τί νά πούν δέν ξέρουν.
Εγώ ζωή μου γέρασα καί έγινα παππούς !
Τό άδικο τό πάλεψα, στό λέω αλήθεια ακούς;
Χαίρομαι πού γνώρισα λύπες, χαρές μαζί σου,
μά κάνε κάτι βρέ ζωή, κι άλλαξε τήν ροή σου ...
Στείλε στόν κόσμο μήνυμα, πέτα στή γή εν'αστέρι !
Δέν έχει καρδιά γιά άλλο καημό, πόσο θά υποφέρει;
Απ'τά σπλάχνα σου άν βγεί πνεύμα σοφό καί δυνατό !
Τότε χαρμόσυνο μήνυμα θα'ρθει στόν κόσμο τούτον δώ.
Γιατί τό γέλιο οί άνθρωποι, τό έχουν ξεχασμένο,
οί φτώχεια, οί πικρές, καί καημοί έγιναν πεπρωμένο.
Κυρά ζωή μας πρόσεξε καί λίγο τά παιδιά σου ....
Κυνήγησε τό άδικο εσύ, καί πάρτα στήν αγκαλιά σου .
Καί σάν μιά μάνα στοργική, δείξε τήν δύναμή σου !
Γιατί κάθε άνθρωπος στήν γή, είναι κι αυτός παιδί σου.
Πώς τό αντέχεις καί μπορείς καί τό βαστά ή καρδιά σου ;
Από τήν πείνα ό θάνατος νά παίρνει τά παιδιά σου ...
Παιδάκια παίρνει ό θάνατος, ζωή δέν σέ γνωρίσαν,
τά δακρυσμένα ματάκια τους, γιά λίγο σε αντικρίσαν.
Καί δέν σέ βάζω ενοχές, γιατί αλήθεια εσύ δέν φταίς,
τό λέω γιά τό σύστημα, ανθρώπων τό δυστύχημα...
Γι'αυτό Ζωή μου γέννησε, εφτά σοφούς ακόμα !
Πρίν πάρουν οί απάνθρωποι καί τή μπουκιά απ'τό στόμα.
Δημήτρης Κεραμίδας Hamilton Ontario Canada
Από τό βιβλίο μου (Κόντρα σε Θύελλες καί μπόρες)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου